Ενδομητρίωση

Ορισμός – Επιδημιολογία

Η ενδομητρίωση ορίζεται ως η παρουσία ενδομητριοειδούς ιστού εκτός της ενδομητρικής κοιλότητας, η οποία προκαλεί χρόνια φλεγμονώδη αντίδραση. Είναι μια γυναικολογική πάθηση  που αφορά κυρίως γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, όλων των εθνικών και κοινωνικών ομάδων.

355-4_defaultENDOMETRIOSIS
ΛΑΠΑΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗΣ,ΩΟΘΗΚΕΣ Κ ΣΑΛΠΙΓΓΕΣ ΚΑΘΗΛΩΜΕΝΕΣ ΣΕ ΟΠΙΣΘΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΜΗΤΡΑΣ

Ανευρίσκεται στο 7-10% του γενικού πληθυσμού με επίπτωση 38% σε

υπογόνιμες γυναίκες και 71 – 87% σε γυναίκες με χρόνιο πυελικό άλγος.

Η αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης πρέπει να είναι εξατομικευμένη και να λαμβάνει υπόψιν εκτός  από τη νόσο αυτή καθαυτή, και τα αποτελέσματα της θεραπείας στην ποιότητα της ζωής της  γυναίκας.

Τα συμπτώματα (με προεξάρχον το πυελικό άλγος) μπορεί να επιμένουν και μετά την συντηρητική  ή χειρουργική της αντιμετώπιση. Αυτό μπορεί να είναι ενδεικτικό άλλης πηγής άλγους, όπως  αδενομύωση, διάμεση κυστίτιδα ή σπασμός των μυών του πυελικού εδάφους.

adhesions3Severe pelvic adhesion at laparoscopy. Uterus attached to bowel at the back and cyst on the right.

Εντόπιση – Εμφάνιση

Η ενδομητρίωση προσβάλλει κυρίως πυελικά όργανα και το περιτόναιο, ωστόσο περιστασιακά  και σπανιότερα ενδέχεται να επηρεαστούν και άλλα όργανα, όπως το έντερο και οι πνεύμονες.  Η έκταση της νόσου ποικίλει από λίγες, μικρές βλάβες σε μεγάλες ωοθηκικές κύστεις (ενδομητριώματα). Μπορεί να υπάρχει εκτεταμένη ίνωση σε δομές όπως οι ιερομητρικοί σύνδεσμοι, και δημιουργία συμφύσεων που αλλοιώνουν την ανατομία της πυέλου. Η σοβαρότητα της ενδομητρίωσης εκτιμάται είτε με την απλή περιγραφή των εγχειρητικών  ευρημάτων, είτε με τη χρήση συστημάτων ταξινόμησης, όπως αυτό που έχει προτείνει η Αμερικανική Εταιρεία Αναπαραγωγικής Ιατρικής (American Society for Reproductive Medicine –

ASRM) το 1996

 

endometriosis_clip_image002

Η ενδομητρίωση τυπικά εμφανίζεται ως επιφανειακές μαύρες βλάβες

στις ωοθήκες, στους ορογόνους και στο περιτόναιο: μαύρες, σκούρες καφέ ή κυανές βλάβες, οζίδια ή μικρές κύστεις που περιέχουν παλιό αίμα που περιβάλλεται από ίνωση ποικίλης έκτασης.

Άτυπες ή λεπτές βλάβες είναι επίσης συνήθεις, όπως ερυθρές εμφυτεύσεις (πετεχειώδεις, κυστικές, πολυποειδείς, αιμορραγικές) και ορώδεις – διαυγείς κύστεις. Άλλοι τύποι βλάβης περιλαμβάνουν  λευκές πλάκες ή ουλές και ωχροκίτρινες δυσχρωμίες του περιτοναίου.

1967627

Επικοινωνήστε μαζί μας

Μοιραστείτε αυτήν την ανάρτηση