ΚΑΛΟΗΘΕΙΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΜΑΣΤΟΥ
Είναι μια ομάδα βλαβών ,οι οποίες εμφανίζονται κλινικά και απεικονιστικά ως όγκοι ή ανωμαλίες στο μαστό και διαφέρουν απο τον καρκίνο του μαστού.
Οι περισσότερες καλοήθεις παθήσεις του μαστού ,δε θεωρούνται προκαρκινικές και δεν παρουσιάζουν μεγάλο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού.
Βέβαια υπάρχουν και καλοήθεις βλάβες που συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου μαστού.
Οι καλοήθεις παθήσεις είναι :
ΙΝΟΚΥΣΤΙΚΕΣ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ
Α) Ινοκυστικές αλλοιώσεις χωρίς υπερπλασία,
ειναι οι απλές κύστεις που σχηματίζονται στα λοβίδια,σε οποιοδήποτε μέρος του μαστού,και δημιουργούνται απο διάταση των αδενοκυψέλων.
Συχνά μπορεί να συνυπάρχει και αποκρινής μετάπλαση, δηλαδή μικρή υπερπλασία των επιθηλιακών κυττάρων των πόρων.
Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει ελαφρά υπερπλασία με αύξηση του αριθμού των επιθηλιακών κυττάρων μέσαα στο πόρο ,σε δυο εως 3 στιβάδες αλλα οχι περισσότερες απο 4.
Οι βλάβες αυτές αποτελούν το 70% των βλαβών και δεν αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου μαστού.
Β) Ινοκυστικές αλλοιώσεις με υπερπλασία .
Με μέτρια και εκσεσημασμένη υπερπλασία αλλα χωρίς ατυπία.
Ενδοπορικό θήλωμα
Αδένωση ,υπερπλασία και υπερτροφία των λοβιδίων.
Γ) Υπερπλασία με ατυπία ή άτυπη Υπερπλασία,αφορά τα επιθηλιακά κύτταρα των λοβιδιων και των πόρων.
Η άτυπη υπερπλασία των πόρων και των λοβιδίων παρουσιάζει αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Είναι συχνά τυχαίο εύρημα 4% των βιοψιών που πραγματοποιούνται . Ο κίνδυνος ανάπτυξης αφορά και τους δυο μαστούς .Ο σχετικός κίνδυνος είναι 4-4,5 φορές αύξημένος σε σχέση με το γενικό πληθυσμό.
ΦΛΕΓΜΟΝΩΔΕΙΣ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ
Μαστίτιδα ( οξείες χρόνιες) – και άλλες φλεγμονές.
ΝΕΟΠΛΑΣΜΑΤΑ
Ινοαδωνωματα,
Είναι καλοήθη ογκίδια καλά περιγεγραμμένα ,με ελαστική σύσταση , ευκίνητα στη ΨΗΛΑΦΗΣΗ ,μπορεί να αφορά και τους δυο μαστούς .στην κύηση αυξάνεται σε διαστάσεις.
Σπάνια συμβαίνει κακοήθης εξαλλαγή .
Αδενωματα, είναι καλά περιγεγραμμένοι όγκοι με μακροςκοπικούς χαρακτήρες ινοαδενώματος. Συνήθως ανακαλύπτεται στη γαλουχία.
Φυλλοειδής όγκος, θηλώματα ,αμαρτώματα ,λιπώματα αποτελούν καλοήθεις παθήσεις ,με μικρότερη συχνότητα.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ -ΠΑΡΑΛΚΟΛΟΥΘΗΣΗ
ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΗΜΑ ΜΑΣΤΟΥ -ΕΛΑΣΤΟΓΡΑΦΙΑ
Τα τελευταία έτη το υπερηχογράφημα μαστών αποτελεί ένα σημαντικό σύμμαχο στην αναγνώριση βλαβών στο μαστό. Είναι μια εύκολη,χωρίς ακτινοβολία εξέταση,επαναλαμβανόμενη και ανώδυνη.Ελέγχει επίσης την μασχαλιαία περιοχή και τους λεμφαδένες.Μπορεί να βοηθήσει στη διαφοροδιάγνωση μιας αλλοίωσης στο μαστό για το αν είναι καλοήθους ή κακοήθους επεξεργασίας. Επίσης μας δίνει πληροφορίες για τη συμπαγή ή κυστική μορφή της βλάβης. Εφαρμόζεται σε όλες τις ηλικίες και είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στις νέες γυναίκες με πλούσιο αδενικό στοιχείο. Χρησιμεύει επίσης σαν οδηγός σε παρακεντήσεις ή βιοψίες ,κύστεων και συμπαγών όγκων. Λιγότερα χρήσιμη στην αναγνώριση μικρών αποτιτανώσεων, δρα συμπληρωματικά της μαστογραφίας.
ΜΑΣΤΟΓΡΑΦΙΑ
Η μαστογραφία θεωρείται η εξέταση που είναι δυνατόν να ανακαλύψει βλάβες κάτω του ενός εκατοστού .Οι βλάβες που μια γυναίκα μπορεί να ανιχνεύσει με τη ψηλάφηση είναι περίπου στα 2 εκατοστά ή περισσότερο. Απο μελέτες προκύπτει ότι η μαστογραφία μειώνει την θνησιμότητα του μαστού κατά 30-40%. Η κλασική μαστογραφία λοιπόν είναι η ακτινολογική μελέτη του μαστού. Τα τελευταία έτη υπερτερούν τα οφέλη της ψηφιακής μαστογραφίας,δηλαδή της σύγχρονης εξέλιξης της κλασικής μαστογραφίας. όσον αφορά στην μεγαλύτερη αξιοπιστία αναγνώρισης βλαβών αλλά και στη μικρότερη έκθεση της γυναίκας σε ακτινοβολία.
ΨΗΦΙΑΚΗ ΤΟΜΟΣΥΝΘΕΣΗ
Για τις περιπτώσεις με σοβαρό διαφοροδιαγνωστικό πρόβλημα υπάρχει η ΨΗΦΙΑΚΗ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ ΜΑΣΤΟΥ
ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΣΤΟΥ ( FNA)- Λήψη υγρού-εκκρίματος απο τη θηλή , ή κατευθυνόμενης βιοψίας .Το υλικό στη συνέχεια αποστέλλεται για κυτταρολογική εξέταση
ΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ
Πρόκειται για απεικονιστική εξέταση ,συνήθως πραγματοποιείται με τη χορήγηση σκιαγραφικού ,που έχει υψηλή ευαισθησία αναγνώρισης βλαβών. Συχνά παρουσιάζει υψηλά ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Δηλ υποψία αλλοίωσης ,χωρίς τελικά να βεβαιώνεται βλάβη. Είναι χρήσιμη εξέταση συνδυαστικά με τις προηγούμενες μεθόδους . Η χρήση της, ως προληπτική μέθοδος ανίχνευσης δε συνιστάται ως εξέταση ρουτίνας για το γενικό πληθυσμό